Κάπως έτσι αποφασίστηκε:
Όταν γεμίσουν τα κύπελα κρασί, απ΄το παλιό,
ο Ευλογών θα αρχίσει το παραπέτασμα να ανοίγει
κι όλα τα Ιερά θα αποκαλυφθούν
σε κείνους που στήριξαν στον ώμο τους τον ουρανό.
Τα Ιερά και τα Άρρητα.
Αυτά που λεν, πως δε γράφτηκαν , δεν ειπώθηκαν,
κι είναι η ώρα τους πια να Είναι.
Κι απ΄ τις σκαλωσιές του Νου θα σκαρφαλώσει η φρόνηση.
Τα αρχεία των καιρών θα φυλλομετρηθούν κι ίσως βρεθούν λειψά.
Να λείπει ο χρόνος.
Να μη γεννήθηκαν. Να μην πέθαναν.
Αυτό που είπαμε ζωή, μια ανάσα ζεστή καλοκαιριού.
Αυτό που φοβηθήκαμε για θάνατο, απλώς δεν ήρθε ποτέ.
Κι όλη μας η ύπαρξη: αντικατοπτρισμός.
Ή ίσως , τίποτα.
It was decided somewhat like this:
When the cups are filled with old wine,
the one who blesses will begin the unveiling,
and all the Sacred will be revealed
to those who supported the sky on their shoulders.
The Sacred and the Unsaid.
Those that, they say, were not written, were not spoken,
and it`s their time now to Be.
And from the steps of the Mind, Wisdom will climb.
The archives of time will be leafed through, and perhaps, some are missing.
Perhaps time is absent.
Perhaps they were not born. Perhaps they did not die.
What we called life, a warm breath of summer.
What we feared as death simply never came.
And our entire existence: a reflection.
Or perhaps, nothing at all.
mx7taf5gqm|00008E9992D3|xanthie|articles|soma|06D84F07-8680-4D99-83C8-79AA7ADF53E7