Τα κατάφερα;
Δεν τα κατάφερα;
Είμαι εγώ, ή είμαι άλλοι;
Κάποτε πρέπει να ανεχτούμε τον εαυτό μας.
Πώς να προχωρήσεις αλλιώς;
Κι ήρθε η Μοίρα και μας Μοίρασε
Από πάνω μας τράβηξε το ψέμα
Κι ήταν όλα τότε ίδια, ενιαία.
Απλωμένα κατέλαβαν το παν.
Ο καθένας μας προσπαθούσε να καταλάβει στο δικό του μυαλό.
Αρχαίοι Θεοί και φιλόσοφοι νέοι.
Στριφογύρισα μαζί τους.
Ακριβώς τότε σου ζήτησα το πρώτο μας φιλί.
Πάντα ερωτευμένη μαζί σου.
Πάντα χώρια σου να περιστρέφομαι,
Δίχως Θεία κατεύθυνση…
Αρνήθηκα. Δέχτηκα. Γέμισα τις κολυμπήθρες κρασί και αίμα.
Μέσα τους βαθιά να βαφτίσω τα οράματά μου, φαντασίες κι αλήθειες.
Μ’ αυτές που πότισα τις μάχες. Μ’ αυτές που ζήλεψα πολέμους.
Αναστάσιμο κερί, περίμενα χρόνια να μου φέρεις.
Από το δικό σου χέρι
Προέκταση ζήλιας κι έρωτος και μεγάλων αναμονών,
Μεγάλων αποφάσεων…
Όλα είχαν πια τελειώσει.
Τον Σταυρό της Αλήθειας,
τον γεμίσαμε λουλούδια,
τον φυτέψαμε στο στέρνο μας.
Κι έτσι ήταν πια φανερό,
πόσο η θυσία μας ομόρφαινε…
Did I make it?
Did I not make it?
Is it me or is it someone else?
Sometimes we have to tolerate ourselves.
How else to proceed?
And Fate came and divided us
It pulled the lie from us
And then, everything was the same, unified.
They spread out and took over everything.
Each of us was trying to figure it out in our own minds.
Ancient Gods and young philosophers.
I twirled with them.
That`s when I asked you for our first kiss.
Always in love with you.
Always spinning without you
Without Divine direction…
I refused. I accepted. I filled the pools with wine and blood.
Deep inside them to baptize my visions, fantasies and truths.
With those that I watered the battles. With those I envied wars.
I`ve waited years for you to bring me the candle of resurrection.
From your own hand
Extension of jealousy and love and long expectations,
Big decisions...
It was all over then.
The Cross of Truth,
we filled with flowers,
we planted it in our sternum.
And so it was now obvious,
how the sacrifice beautified us...