Έζησα άραγε εδώ?
Η τώρα?
Φορτωμένη τον πόνο των άλλων, γέρασα.
Κι εγώ μέσα μου , ΚΕΝΗ
Δεν ένιωσα. Κάτι.
Ένα φως στον ουρανό και πέταγα μαζί του.
Μια λάμπα βιδωμένη στα σύννεφα.
Το μεγάλο μαχαίρι να κόψω τα δεσμά.
Τα χόρτα που με κρατούν στο μνήμα μου.
Πρόσεχε. Μην έρχεσαι κοντά. Αν ανοίξουν οι πλάκες , θα τρομάξεις.
Μόνο ένα κόκαλο λευκό και ζωντανό.
Καθαρό.
Αυτό σου άφησα.
Κληρονομιά, ή δώρο.
Αν αντέχεις
Πάρ’ το .
Τρίψε.
Τη σκόνη του φύσηξε στα τέσσερα σημεία,
Στους τέσσερις αγγέλους,
Στα τέσσερα άλογα που ενώνουν τα φτερά τους.
Πάλι στα μαύρα ντύθηκες.
Κι απείλησες και έκαψες και έσφαξες.
Κι είσαι εσύ ο ιππότης του μυαλού μου.
Γελασμένο κι αυτό . ξεχαρβαλωμένο.
Με έκλεισα.
Δεν περιμένω πια.
ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΑ. ΒΑΡΕΘΗΚΑ. ΠΟΝΕΣΑ. ΕΚΛΑΨΑ. ΚΟΠΗΚΑ. ΜΑΤΩΣΑ. ΓΕΝΝΗΣΑ.
ΜΑ ΔΕ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΠΟΤΕ.
Did I ever live here?
The present?
Loaded with the pain of others, I aged.
And within me, EMPTY.
I didn`t feel. Anything.
A light in the sky, and I soared with it.
A lamp screwed into the clouds.
The big knife to cut the ties.
The grass that holds me in my grave.
Be careful. Don`t come close. If the plates open, you will be scared.
Only a white and living bone.
Pure.
That`s what I left you.
An inheritance, or a gift.
If you can endure it,
Take it.
Rub it.
Blow the dust in four directions,
To the four angels,
To the four horses that unite their wings.
Again, you dressed in black.
And you threatened and burned and slaughtered.
And you are the knight of my mind.
Mocked and worn out.
I closed myself.
I don`t wait anymore.
I`M TIRED. I`M BORED. I`M HURTING. I CRIED. I CUT. I BLED. I GAVE BIRTH.
BUT I WAS NEVER BORN.
mx7taf5gqm|00008E9992D3|xanthie|articles|soma|B0D7A52B-E19D-43E0-BA21-DF7D79C96AF2